«Μαμά μαμάαααααααα», ακούστηκε μια παιδική κραυγή μέσα στην απόλυτη
σιγή της νύχτας. Η μαμά Μαρίκα πετάχτηκε ανάστατη κι έτρεξε προς το
παιδικό δωμάτιο να δει τί συμβαίνει. Ήταν η μικρή Ντόρα που τρομαγμένη είχε μαζευτεί στην άκρη του
κρεβατιού της κι έκλαιγε με λυγμούς σφίγγοντας στην αγκαλιά της τον
αρκούδο της Ισίδωρο.
- «Τι συμβαίνει μικρή μου;» ρώτησε η κυρα Μαρίκα σκουπίζοντας τα
δάκρυα απ’ το προσωπάκι της.
- «Μαμά μου είδα εφιάλτη ,πολύ κακό όνειρο. Ουάααααααα»
«Να ξυπνήσω τον πατέρα της» σκέφτηκε προς στιγμή η κυρα Μαρίκα. Απ’
την άλλη όμως η θέα του πανύψηλου Κώστα με τα τόσα τικ και το
αποτρόπαιο χαμόγελο, μέσα στην άγρια νύχτα, περισσότερο θα αναστάτωνε
τη μικρή Ντόρα παρά θα την ηρεμούσε. «Θα το αντιμετωπίσω μόνη μου, εδώ
έχω κυβερνήσει ολόκληρη χώρα για 3 χρόνια σ’ αυτό θα κωλώσω;»
συλλογίστηκε κι αγκάλιασε τη μικρή.
- «Πες μου τη είδες κόρη μου.»
- «Είδα ότι παίζαμε όλα τα παιδάκια μαζί την κυβέρνηση, εγώ, ο
Κωστάκης,η Μαριέττα,ο Ακης,ο Θοδωρής,ο Βύρωνας και ξαφνικά ήρθε ένας
κουκουλοφόρος με ένα γκαζάκι κι ένα στουπί κι έβαλε φωτιά. Κι η φωτιά
σιγά σιγά μας περικύκλωσε. Και καλούσαμε σε βοήθεια αλλά κανείς δεν
υπάκουε να βοηθήσει. Κι εμείς αγκαλιαστήκαμε όλοι μαζί και πιεσμένοι κι
απ τα γκάλοπ ,μην έχωντας τι άλλο να κάνουμε, βγάλαμε απ’ τις τσέπες τα
χαρτζιλίκια που μας είχατε δώσει όλοι οι γονείς ..»
- « Τί αυτά απ’ τα ομόλογα ;» την διέκοψε η Μαρίκα
- «Ναι μαμά αυτά...»
- «Πω, πω. Πραγματικός εφιάλτης παιδί μου, για συνέχισε...»
- « Κι αυτά τα λεφτά λοιπόν τα ρίχναμε στη φωτιά μπας και σβήσει αλλά
αντί να σβήσει φούντωνε και συνεχώς πλησίαζε,ουααααααααααα...»
- «Εμ, είστε και βλαμμένα σε τίποτα δεν μου μοιάσατε,όλα απ’ τον πατέρα
σας τα πείρατε, ήξερα ότι ο Κυριάκος δεν έχει μυαλό αλλά κι εσύ τα
ίδια» σκέφτηκε η κυρά Μαρίκα αλλά συγκρατήθηκε και δεν το ξεστόμισε
για να μην ταράξει ακόμα πιο πολύ τη μικρή της.
- «Και ποιος έβαλε τη φωτιά κορούλα μου πες μου τον αναγνώρισες;»
- «Όχι μαμά μου δεν ξέρω απλά μαύρη κουκούλα φόραγε...»
- «Μήπως ήτανε αυτό το παλιόπαιδο ο Γιωργάκης του κυρ-Αντρέα απέναντι;»
- «Όχι μαμά μου αυτόν δεν τον παίζουμε γιατί μιλάει μόνο αγγλικά και
δεν τον καταλαβαίνουμε,ουάααααααααα»
- «Μήπως το άλλο το παλιόπαιδο ο Κωστάκης ο Λαλιώτης, που έχουμε και
διαφορές μαζί του;»
- «Όχι μαμά γιατί αυτός λείπει στην Αρκαδία , έχει πάει να προστατέψει
την περιουσία του εκεί απ τις πυρκαγιές,ο μισός νομός δικός του είναι,
άσε που δεν τον κάνουμε παρέα γιατί κοντεύει να να ξεπεράσει τη δική
μας περιουσία που έχουμε στην Κρήτη...»
- «Ε τότε ποιος ήταν μικρή μου;»
- «Δεν ξέρω μαμά, ο Βύρωνας φώναξε «στρατηγέ άνεμε είμαστε ενωμένοι
δεν θα μας κάψεις»
- «Χμμ...Ασύμμετρος εφιάλτης! Είσαι σίγουρη ότι φόραγε μαύρη κουκούλα;»
- «Ναι μαμά ακριβώς σαν αυτή που φόραγε η συγχωρημένη η γιαγιά στην Κρήτη»...
- «Μα παιδί μου αυτή είναι σκέπη δεν είναι κουκούλα...Αχ παιδί μου μην
τρομάζεις η γιαγιά σου θα ήταν,την είδες στο όνειρο επειδή σου λείπει
μη φοβάσαι. Έλα ηρέμησε. Και να μη βλέπεις πολύ τηλεόραση και τρομάζεις
απ’ τις πυρκαγιές και τα γκάλοπ. Να η 16η Σεπτεμβρίου είναι κοντά, θα
γυρίσουν όλα τα παιδάκια απ τις διακοπές,θα ανοίξουν τα σχολεία και
πάλι θα παίζετε την κυβέρνηση. Κι όσο για τα λεφτά μας μην ανησυχείς
ούτε στα πιο τρελά όνειρα δεν μας τελειώνουν»..
- «Λες μαμά μου;»
- «Ναι παιδί μου. Δεν έχεις τίποτα να φοβηθείς και φωτιά να πιάσουμε,θα
τρέξουμε όλοι στην αίθουσα που έχει ο μπαμπάς τα αρχαία αγάλματα. Εκεί
έχουμε εγκαταστήσει ένα υπερσύγχρονο σύστημα πυρόσβεσης,ναι αυτό που
πήραμε απ’ την αρχαία Ολυμπία. Γι αυτό σου λέω και στην πραγματικότητα
να γίνει δεν θα πάθεις τίποτα Άντε κοιμήσου τώρα κι άσε τη χώρα στην
τύχη της».<
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου